Τα μάτια κλαίνε αστέρευτα για μια χαμένη αγάπη... Που πριν ανοίξει τους ανθούς και πριν μοσκοβολήσει... Την βρήκε αγέρας και καπνός και μαύρη ανεμοζάλη...
Τα μάτια κλαίνε αστέρευτα για μια χαμένη αγάπη... Κρούσταλλο και ραγίστηκε, αστέρι ήτον κι εσβήστει... Τη βρήκε αγέρας και καπνός και μαύρη ανεμοζάλη... Τα μάτια κλαίνε αστέρευτα για μια χαμένη αγάπη... κείνη τρυγόνα της αυγής, κείνος αητός τ' αψήλου... Τους βρήκε αγέρας και καπνός και μαύρη ανεμοζάλη
Χανόμαστε... στριμωγμένοι σε πλαίσια καθημερινότητας, ο ένας πάνω στον άλλον, εντός/εκτός/κι επί τ' αυτά αγωνιζόμαστε να χωρέσουμε. Να μπορέσουμε. Διατηρώντας τα όρια στενεύουμε τις επιθυμίες μας. Αλλοιωνόμαστε... κοιταζόμενοι σε καθρέπτες παραμορφωτικούς. Προσπαθώντας να επιβιώσουμε ξεχνάμε να ζήσουμε. Θυμόμαστε... ότι σαν παιδιά ονειρευόμαστε και σαστίζουμε. Φοβόμαστε... πως όλα τα όνειρα πεθαίνουν κάθε χαραυγή. Ξεχνάμε... πόσο μοιάζουμε! ποιοι είμαστε! που πάμε! Απελπιζόμαστε... ίσως επειδή δεν πιστεύουμε στο "μπορούμε". Χανόμαστε...
Επεκτείνομαι και βιώνω παράνομα σε περιοχές που σαν υπαρκτές δεν παραδέχονται οι άλλοι.
Εκεί σταματώ κι εκθέτω τον καταδιωγμένο κόσμο μου, εκεί τον αναπαράγω με μικρά κι απειθάρχητα μέσα, εκεί τον αναθέτω σ' έναν ήλιο χωρίς σχήμα, χωρίς φως, αμετακίνητο, προσωπικό μου. Εκεί συμβαίνω.
Κάποτε όμως , παύει αυτό. Και συστέλλομαι, κι επανέρχομαι βίαια (προς καθησυχασμόν) στην νόμιμη και παραδεκτή περιοχή, στην εγκόσμια πίκρα. Και διαψεύδομαι.
Κ. ΔΗΜΟΥΛΑ
AN Η ΨΥΧΗ ΜΑΣ ΦΟΡΟΥΣΕ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΗΣ
και καλοσώριζε τα όνειρά μας... Αν το καράβι μας έφτανε φωταγωγημένο στο λιμάνι που είχαμε διαλέξει... Αν στη προβλήτα μας περίμεναν, με ανθοδέσμες και χειροκροτήματα, όλοι αυτοί που αγαπήσαμε... ........................................... Αν ξέραμε να διαβάζουμε εγκαίρως τα σημάδια των καιρών και να προβλέπουμε τις καταιγίδες... Αν δεν είχαμε μπερδέψει τα σημεία του Ορίζοντα και περιμέναμε να βγει ο ήλιος από τη δύση...Πόσος χαμένος χρόνος, αλήθεια! Αν...Αν... Αν ήταν όλα...αλλιώς! Μα τότε, πως θα ξεχωρίζαμε το φως που κλείνουν μέσα τους τα φύλλα της παπαρούνας; Αλκυόνη Παπαδάκη
σε μια στροφή
Ορίζοντας πλησίον.
EK ΤΟΥ ΠΛΗΣΙΟΝ
Αν δεν σου λείψει ένα κομμάτι ζωής, όνειρα μην περιμένεις. Του χαμού πάντοτε είναι ιδιοκτήτης ο καιρός, κι εμείς σχεδόν σοφοί αλλά ως γέροντες, που ο ύπνος μας μαθαίνει ολόκληρους απ' έξω. Μας αποστηθίζει. Το εικοσιτετράωρό μας είναι μια συνεχής ανάκριση. Είναι χρόνια τώρα που περιμένω μια απόφαση. Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχει τίποτε. Κάθε καθρέφτης έχει κι από ένα δικό του είδωλο που μόλις πάω να κοιταχτώ με αλλοιώνει. Κατά λάθος μαθαίνει κανείς και μυστικά που περνούν για αλήθεια. Μολονότι τόσο εκτεθειμένη στο φως δεν ξεβάφει.