19/5/13

αειφυγία

αειφυγία (Αρχ.). Ποινή μόνιμης εξορίας, η οποία επιβαλλόταν από τον Άρειο Πάγο σε όσους διέπρατταν σοβαρά αδικήματα του κοινού δικαίου και ιδίως φόνο ή τραυματισμό με προμελέτη, ασέβεια, επιβουλή της ζωής του συζύγου από τη γυναίκα κ.ά. Η ποινή, που συνεπαγόταν και δήμευση, επιβαλλόταν ατομικά στον ένοχο ή οικογενειακά, όπως στους Αλκμεωνίδες. Ο ένοχος μπορούσε να προτιμήσει την εκούσια φυγή πριν από τη δίκη, αν όμως γύριζε κρυφά, είτε καταδικασμένος είτε όχι, κάθε πολίτης μπορούσε να τον σκοτώσει χωρίς δίκη. Διαφορετικές ποινές ήταν ο απενιαυτισμός (ετήσια εξορία), που επιβαλλόταν για ελαφρότερα αδικήματα και για τον ακούσιο φόνο, και ο εξοστρακισμός ή οστρακισμός, που επιβαλλόταν για πολιτικά αδικήματα.

Είναι μια λέξη που είχα ξεχάσει.  Σχεδόν αγνώριστη. 
Ξέρω όμως πως την έχω συναντήσει τουλάχιστον ακόμα μία φορά, όταν διάβασα για πρώτη 
φορά το βιβλίο της Ε. Φακίνου, "Οδυσσέας και Μπλουζ".  Δεν πάει πια και τόσος καιρός από τότε!
Όλοι άλλωστε γνωρίζουμε πλέον,  πόσο σχετικός είναι ο Χρόνος!

Με αποχαιρετούσε τότε ο πιο "όμορφος" Οδυσσέας της ζωής μου.

Οι πιο πολλοί χανόμαστε στην προσπάθεια να μάθουμε ποιοι είμαστε. 
Παλεύουμε ανάμεσα σε αιμοσταγείς Λαιστρυγόνες, αγνούς Κύκλωπες, τρομακτικά Τέρατα, γοητευτικές Μάγισσες, μοιραίες Γόησσες, σαγηνευτικές Σειρήνες  και  ανακουφιστικούς Λωτοφάγους. Άνεμοι απείθαρχοι μας παρασέρνουν.
Ταξιδεύουμε, γυρεύοντας πρώτα απ' όλα εμάς τους ίδιους, τις αντοχές μας. 
"Κανένας!" τ'όνομα της γνώσης και της άγνοιας.  
Ατόφιοι, καθαροί, αθώοι.
Ίσως Ζωή  να είναι αυτή ακριβώς η προσπάθεια.  Ίσως...



""Μια ζωή ταξιδευτής", είπε ανάλαφρα εκείνος.
"Σωστός Οδυσσέας επομένως", σχολίασε η Μπλουζ χαμογελώντας κι αυτή.
"Α υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Εκείνος ο Οδυσσέας περιπλανήθηκε τιμωρημένος από τους θεούς.  Για μένα ήταν προσωπική επιλογή.  Κι με την ευκαιρία, επειδή ξέρω ότι θα σ' ενδιαφέρει:
το "Οδυσσέας" προέρχεται ετυμολογικά από  το "οδύσσομαι", που σημαίνει "οργίζομαι, μισώ κάποιον"".
Σώπασε για λίγο και μετά, σαν να πήρε μια σημαντική απόφαση,  συνέχισε:
"Πάντως σ' εμένα περισσότερο από τον Όμηρο ταιριάζει ο Καρκαβίτσας και η αειφυγία του".
"Α-ει-φυ-γί-α;   Κάτι μου θυμίζει αόριστα", είπε η Μπλουζ.
"Υπέροχη λέξη! Σημαίνει τη διαρκή, την ισόβια εξορία.  Αξίζει να σου διαβάσω το κείμενο του Καρκαβίτσα", είπε εκείνος κι άνοιξε ένα συρτάρι του γραφείου.  "Εδώ το έχω, με σημαδεμένη τη σελίδα για ευκολία μου.  Ανατρέχω συχνά σ' αυτό.  Είναι απόσπασμα από το έργο του "Μεταστάθμευσις-Πρώται εντυπώσεις", που έγραψε το 1891, όταν έφυγε με μετάθεση, σαν στρατιωτικός γιατρός που ήταν, απ΄το αγαπημένο του Μεσολόγγι και πήγε τη Λάρισα".
Άρχισε να διαβάζει αργά με ωραία άρθρωση-τονίζοντας τα τελικά "ν" της καθαρεύουσας-και σωστές αναπνοές που χρωμάτιζαν το κείμενο.
"Την θέλω την γαλήνην, την ηρεμία, την ανάπαυσιν, τη ζηλεύω, αλλά μόνο όταν την βλέπω εις τους άλλους.  Εγώ κι αν την εύρω ποτέ, δεν τη θέλω, την πετώ.  Μέσα μου βράζουν ανήμεροι πόθοι και συγκυκνώνται ασύλληπτοι στοχασμοί  και συγκρουόμενα αδιάλλακτα όνειρα και αναπηδούν αλληλοδιωκόμεναι κατά λεπτόν φοβεραί χίμαιραι.  Τι θέλω κι εγώ δεν γνωρίζω. Θέλω πάντα την αειφυγίαν, αειφυγίαν κι από τον εαυτόν μου ακόμη!  Και αφού δεν είναι τούτο δυνατόν, αειφυγίαν  από τόπου εις  τόπον, ως ο περιπλανώμενος Ιουδαίος της παραδόσεως..."".



Ακόμα μια Ανάσταση γύρω μας κι εμείς καταδικασμένοι νεκροί, φοράμε ονόματα...

Το πρώτο που όλοι μαθαίνουμε είναι πως ο "χρόνος" μας χωράει, δεν τον χωράμε,  έτσι κι αλλιώς, ότι δεν είμαστε μαθαίνουμε πρώτα...  



Δεν με λένε Πηνελόπη.  
Δεν γυρεύω την Ιθάκη.

Εκούσια καταδικάστηκα σε αειφυγία.

"Το πιο μακρύ ταξίδι μου ΕΣΥ", 
απροσδιόριστος και ταυτόχρονα αναπόφευκτος προορισμός μου.
















Αθώος, εκ προμελέτης καταδικάζομαι...


16/4/13

με αγάπη...

Μία ατέρμονη άνοιξη έσπειρες 
έξω από το παράθυρο
που αγναντεύει ανήσυχη η ψυχή μου
της Ζήσης τα ψέμματα.



Ακόμα κι η βροχή όταν έρχεται
-όλο και συχνότερα τώρα πια-
χρώματα κι αρώματα αραδιάζει,
τόσο ευγενικά ανεπαίσθητα,



σαν μυστική προσευχή
που μπορεί 
του κόσμου το αύριο ν' αλλάζει.

Μου αρέσει τόσο
που έτσι αθόρυβα, 
αμετάκλητα, ανεξίτηλα,
ειρηνικά, μπορείς ίσως  να πεις,
...κυριαρχείς.
Σε κάθε από καρδιάς μου ευχή
με την Αγάπη ευδοκιμείς ....







4/4/13

"ο δικός μου Θεός"


 

Ο δικος μου θεος
Δεν μυριζει λιβανι
Δεν φοραει στεφανι
Κι εχει μαυρα μαλλια
Στεκει φαρος λευκος
Στο μικρο μου λιμανι
Λουζει φως το κορμι μου
Και με παιρνει αγκαλια

Ο δικος μου θεος
Δεν χωραει σε εικονες
Δεν χωραει σε κανονες
Δεν φοραει χρυσα
Ειν' το φεγγος του μονο
Που ζεσταινει χειμωνες
Η ζεστη του ανασα
Οταν εξω φυσα

Ο δικος μου θεος
Εχει θάλασσες ματια
Και δυο ολολευκα ατια
Με αγγελων φτερα
Αν τη νυχτα κοιταξεις
Του ουρανου τα σημαδια
Θα μας δεις να πεταμε
Με τα ατια ψηλα

Ο δικος μου θεος
Αγαπαει το γελιο
Αγαπαει το χρωμα
Αγαπαει τη βροχη
Τονε βρισκω στη θαλασσα
Στης βροχης τη σταγονα
Τονε ψαχνω σε σενα

Που εχεις χρονια χαθει


Ο δικός μου θεός....
μου χαρίζει θαύματα
όταν εσύ πετάς 
ελεύθερος, δυνατός, ασυμβίβαστος, αληθινός!

 
 

26/3/13

σαν ναυαγός


Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου

Θα σου γλιστρήσει από τα χέρια άλλη μια μέρα,
θα τις μετράς και θα 'ναι οι μισές.
Θα βλέπεις θάλασσα και θα 'σαι σε μια ξέρα,
μόνο τα κύματα θ' ακούς και τις φωνές.

Κάνει στην άκρη ο καιρός να σε χωρέσει,
μια αυταπάτη οι επιλογές.
Έχεις αφήσει το ταξίδι σου στη μέση,
για το χατίρι σου αλλάζουν οι εποχές.

Κρύβεις ακόμα μια φορά το πρόσωπό σου,
μακάρι να 'τανε τα πάντα αλλιώς.
Μακάρι να 'ταν να περνούσε το δικό σου,
νιώθεις χαμένος, αλλά είσαι ζωντανός.

Σαν ναυαγός που ονειρεύεται καράβια
κρατώντας τη φωτιά του ζωντανή.
Ψάχνεις ακόμα στον ορίζοντα σημάδια,
που θα σε φέρουν πάλι πίσω στη ζωή.

Χάνεις αυτό που σου 'χει τύχει για να ζήσεις,
είναι το σήμερα αίμα ζεστό.
Ένα τσιγάρο σου 'χει μείνει να καπνίσεις,
δεν έχει αλλού, δεν έχει αλλιώς, μόνο εδώ.

 

14/3/13

"Γράμμα"



Γράμμα

Δὲν ἔχω ἕνα φύλλο ἀπ᾿ τὰ παλιὰ πράσινα δέντρα.

Σοῦ γράφω τὴ λύπη μου σ᾿ αὐτὸ τὸ χαρτί.
τόσο ἐλαφριὰ ποὺ νὰ στὴ φέρει ὁ ἄνεμος,
τόσο καλὴ καὶ τρυφερὴ ποὺ νὰ μὴ παραξενευτεῖ ὁ ἥλιος,
εὐγενικὴ σὰν τὴ σιωπὴ ποὺ περπατεῖ στὸ χορτάρι
τὴ νύχτα, ἁπλὴ καὶ καθαρὴ σὰν τὸ νεράκι ποὺ τρέχει
καὶ δὲ μαντεύεις πὼς τὸ γέννησε ἡ χτεσινὴ καταιγίδα.

Πολλοὶ σκοτώθηκαν. Πολλοὶ ζοῦμε. Ὅλοι μας εἴμαστε
λαβωμένοι. Εἶναι βαρὺς ἀπὸ τὸν πόνο μας ὁ κόσμος.

Μὲ τὴ σιωπὴ τῆς θάλασσας θὰ λάβεις τὴ λύπη μου.
Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ αἰώνιό μου Μή με λησμόνει!
Εἶναι ἕνα φῶς διπλωμένο ἀνάμεσα σ᾿ ἕνα μικρὸ συννεφάκι.
Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ ἀρνάκι, μιὰ κ᾿ εἶσαι κοντὰ στὸ θεό,
νὰ τ᾿ ὁδηγήσεις σ᾿ ἕνα πράσινο κῆπο του.

Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ βρέφος μὲ τὸ τσακισμένο ποδαράκι.
Ἀνεβασέ το στὸ παράθυρο μὲ τὸν αὐγερινό,
κοντὰ στὸν κόσμο, κοντὰ στὸ ὄνειρο,
κοντὰ στὴν καλοσύνη σου,ποὺ εἶναι ζεστὴ σὰ μιὰ ἀνάσα μητέρας,
κοντὰ στὸ τζάκι ποὺ ὀνειρεύεσαι μὲ τὸ χέρι στὸ μέτωπο
τὴν εὐτυχία τοῦ πεινασμένου, τοῦ στρατιώτη, τοῦ ἄρρωστου.
Βάλτο κοντὰ στὴν πράσινη σημαία. Κοντὰ στὸ κόκκινο
ἄλογο. Στὴ μητέρα σου πλάι, ποὺ τριγυρισμένη
ἀπ᾿ τοῦ Γενάρη τοὺς σπουργῖτες, γνέθει τὴν ἐλπίδα.
ἄλτο κοντὰ στὸ στεναγμὸ τῆς φιλίας. Κοντὰ-κοντά.
Βάλτο νὰ κάτσει, κι ἄνοιχτου σὰν ἕνα γέλιο τὸ παράθυρο
νὰ ἰδεῖ τὸν κόσμο.


Ν. ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ





7/3/13

"τι εύκρατη  γίνεται η σκέψη όταν τα μπλε σου 
βγαίνουν περίπατο!"


Κι έναν πόντο πιο ψηλά να πάτε, άνθρωποι,
ευχαριστώ θα σας πει ο Θεός.

 
 "Θαυμάσια που τρέχει ο ουρανός
                     αν κρίνεις απ' τα σύννεφα..."                                    
                                         




"Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!"


 "Στο χωριό της γλώσσας μου
 τη Λύπη την λένε Λάμπουσα."


 "Οτι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα.
'Οτι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα."


Οδυσσέας Ελύτης

1/3/13

όμορφη μέρα...



Το απέραντο ταξιδεύει καταγάλανο
με ήλιο στολίδι στα μαλλιά του.  
Στέκομαι σε μια του άκρη και σε ονειρεύομαι...
Ο Μάρτης σπρώχνει τη βαρυχειμωνιά.
Επιθυμεί Ανάσταση!
Λίγο ακόμα και θ' αρχίσει να την εύχεται.
Λίγο ακόμα...

Σε βλέπω να πετάς και σκέφτομαι
πως ίσως ο ουρανός να φτιάχθηκε μόνο για σένα.
Η Γη μόνο για μένα. 
Το σύμπαν ολάκερο μόνο για μας.
Αυθαδιάζω απερίσκεπτα... 
Μιλώ αλόγιστα.
Στα όνειρα, ακόμα κι αυτό, επιτρέπεται.

Φροντίζω τα σπουργίτια της αυλής μου.
Επιζήσαντα της ελευθερίας τους...
Η βερικοκιά γέμισε "μάτια".  Οι φρέζες το ίδιο.
Λίγο ακόμα...

Θα φύγω πάλι. 
Αναχωρητής ξανά.
Εσένα δεν σ' αφήνω...
Δεν γίνεται. Σε περιέχω.

Πάει καιρός που άφησα την ζωή 
να με πάρει από το χέρι.
Πάει καιρός που μέσα μου
ξεπρόβαλε η Ιθάκη.
Όσο κι αν απέχει ακόμα η στεριά

'θα ψάξω δρόμο τυχερό μέσα απ' τις συμπληγάδες
και στην καρδιά σου με φτερό θα γράψω δυο αράδες'











21/2/13

Για Σένα



Σε γυρεύω διαρκώς...
σε ότι ακουμπά την ψυχή μου 
σε συναντώ.
Ξαποσταίνω...
Σε ανάλγητους καιρούς
ο πόνος διάσπαρτος.

Σε σύμπαντα παράλληλα
χαθήκαμε...
Η σκέψη σου βάλσαμο,
η ύπαρξη σου φάρος.
Παρηγοριέμαι...
μονάχα όταν σε σκέφτομαι.
Όταν σε ονειρεύομαι
με βρίσκω.

"ένα γέλιο, μια στιγμούλα,
κάτι που να μοιάζει αγάπη"


14/2/13

Θά 'θελα...


 Θα `θελα να `μουν σαν εσένα ιστιοφόρο με τα πανιά του ανοιγμένα αυτούς που με οδηγούν στην καταιγίδα σε κάθε αμμουδιά να τους χαρίζω μια πατρίδα ..

Θα 'θελα να 'μουν σαν εσένα
ένα δεντράκι με τα κλαδιά του απλωμένα
να μη λυπάμαι, να μην καταλαβαίνω
αυτούς που με πετάνε στη φωτιά να τους ζεσταίνω

Θα 'θελα να 'μουν σαν εσένα
έρημος φάρος πάνω σε βράχια φαγωμένα
να 'χει χρόνια να περάσει από μπροστά μου το καράβι
μα εγώ να αναβοσβήνω κάθε βράδυ